σκάλα

σκάλα
η
(λ. λατ.)
1. τεχνικό κατασκεύασμα με βαθμίδες που το χρησιμοποιούμε για να ανεβαίνουμε κάπου: Αγόρασε μια φορητή σιδερένια σκάλα για να φτάνει τα πιο ψηλά κλαδιά των δέντρων του. – Μια ξύλινη εσωτερική σκάλα οδηγεί στον πάνω όροφο του σπιτιού του.
2. αποβάθρα λιμανιού: Τα μεγάλα καράβια δεν πιάνουν τη σκάλα του νησιού μας.
3. εξάρτημα ίππευσης, αναβολέας.
4. εγκοπή στα όπλα όπου σταματάει ο επικρουστήρας.
5. «Έχει σκάλες τα μαλλιά», είναι κατσαρά.
6. τμήμα καλλιεργημένου χωραφιού, χωρισμένο σε αυλάκια: Φύτεψαν δυο σκάλες καπνό.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • σκάλα — σκάλᾱ , σκάλα scala fem nom/voc/acc dual σκάλᾱ , σκάλα scala fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκάλα — I (Scala). Περίφημο λυρικό θέατρο του Μιλάνου. Χτίστηκε το 1778 από τον Γκιουζέπε Πιερμαρίνι στη θέση της παλιάς εκκλησίας της Σάντα Μαρία αλά Σκάλα και σε αντικατάσταση της παλιάς δουκικής σκηνής, που καταστράφηκε από πυρκαγιά. Τόσο για το… …   Dictionary of Greek

  • σκάλᾳ — σκάλαι , σκάλα scala fem nom/voc pl σκάλᾱͅ , σκάλα scala fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σκάλα — Sp Skalà Ap Σκάλα/Skala L Ketanija (Jonijos j.), P. Sporadų ss. (Patmo s.), Š, C ir P Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Σκάλα Ωρωπού — Μεγάλος παράλιος οικισμός (1295 κάτ., υψόμ. 2 μ.), στην επαρχία Αττικής του νομού Ανατ. Αττικής. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (3142 κάτ., 12 τ. χλμ.), στην οποία υπάγονται και οι οικισμοί Νέα Πολιτεία (248 κάτ., υψόμ. 80) και Χαλκούτσι… …   Dictionary of Greek

  • Σκάλα Ερεσού — Παράλιος οικισμός (306 κάτ., υψόμ. 10 μ.) στην επαρχία Μηθύμνης, του νομού Λέσβου. Υπάγεται στο δήμο Ερεσού …   Dictionary of Greek

  • Σκάλα Καλλιράχης — Παράλιος οικισμός (485 κάτ., υψόμ. 5 μ.), στην επαρχία Θάσου του νομού Καβάλας. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Καλλιράχης …   Dictionary of Greek

  • Σκάλα Καλλονής — Παράλιος οικισμός (454 κάτ., υψόμ. 3 μ.), στην επαρχία Μηθύμνης, του νομού Λέσβου. Βρίσκεται στο εσωτερικό του Κόλπου της Καλλονής. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Κεραμίου …   Dictionary of Greek

  • Σκάλα Λουτρών — Παράλιος οικισμός (236 κάτ., υψόμ. 10 μ.), στην επαρχία Μυτιλήνης του νομού Λέσβου. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Λουτρών …   Dictionary of Greek

  • Σκάλα Μαριών — Παράλιος οικισμός (413 κάτ., οψόμ. 10 μ. μ.), στην επαρχία Θάσου του νομού Καβάλας. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Μαριών …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”